A run-time customization capability extends functionality of a software
application in a computer system. Through object-oriented design, an
instance of a first class is instantiated. The first class (e.g., a
derived class) has a same interface as a second class. The first and
second classes enable respective first and second functionalities through
respective first and second implementations of the same interface. The
first implementation is dynamically loaded at run time. The dynamic
loading can involve locating the first implementation, such as by using a
locator to locate a module comprising the first implementation. A transfer
vector usable in accessing the first implementation can be initialized to
have an indication of a location of the first implementation. Programming
code associated with the same interface can be compiled prior to
compilation of programming code associated with the first implementation.
Μια ικανότητα προσαρμογής χρόνου εκτέλεσης επεκτείνει τη λειτουργία μιας εφαρμογής λογισμικού σε ένα συγκρότημα ηλεκτρονικών υπολογιστών. Μέσω του αντικειμενοστρεφούς σχεδίου, μια περίπτωση μιας πρώτης κατηγορίας instantiated. Η πρώτη κατηγορία (π.χ., μια παραγόμενη κατηγορία) έχει μια ίδια διεπαφή με μια δεύτερη κατηγορία. Οι πρώτες και δεύτερες κατηγορίες επιτρέπουν τις αντίστοιχες πρώτες και δεύτερες λειτουργίες μέσω των αντίστοιχων πρώτων και δεύτερων εφαρμογών της ίδιας διεπαφής. Η πρώτη εφαρμογή φορτώνεται δυναμικά στο χρόνο τρεξίματος. Η δυναμική φόρτωση μπορεί να περιλάβει την εντόπιση της πρώτης εφαρμογής, όπως με τη χρησιμοποίηση ενός εντοπιστή για να εντοπίσει μια ενότητα περιλαμβάνοντας την πρώτη εφαρμογή. Διανυσματικός ένας χρησιμοποιήσιμος μεταφοράς στην πρόσβαση της πρώτης εφαρμογής μπορεί να μονογραφθεί για να έχει μια ένδειξη μιας θέσης της πρώτης εφαρμογής. Ο κώδικας προγραμματισμού που συνδέεται με την ίδια διεπαφή μπορεί να συνταχθεί πριν από τη σύνταξη του προγραμματισμού του κώδικα που συνδέεται με την πρώτη εφαρμογή.